- ἀκταίου
- ἀκταί̱ου , ἀκταῖοςon the shoremasc/neut gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Ἀκταίου — Ἄκταιος masc gen sg Ἀκταῖος masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πάριον — Αρχαία ελληνική πόλη της Μικράς Ασίας στη Μυσία, που ιδρύθηκε από Μιλήσιους, Eρυθραίους και Πάριους αποίκους (Στράβων, ΙΓ’ 588). Τον 5o αι. π.Χ. αποτελούσε μέλος της δηλιακής συμμαχίας. Αργότερα (302 π.Χ.) συμμάχησε με τον Λυσίμαχο, τον βασιλιά… … Dictionary of Greek
Αδράστεια — I Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Νύμφη, κόρη του βασιλιά της Κρήτης Μελισσέα. Όταν η Ρέα θέλοντας να απαλλάξει τον νεογέννητο γιο της Δία από την τύχη των άλλων της παιδιών τον παρέδωσε στη Γαία, εκείνη τον μετέφερε στην Κρήτη, τον έκρυψε στο… … Dictionary of Greek
άγραυλος — Προσωνυμία θεάς και όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Προσωνυμία της θεάς Αθηνάς, που την έλεγαν Αγλαυρίδα Αγραυλίδα Παρθένο, Αθηνά Άγραυλο (Αθηνά των αγρών). 2. Κόρη του Ακταίου, πρώτου θρυλικού βασιλιά της Αττικής και σύζυγος του Κέκροπα. Μητέρα… … Dictionary of Greek
Αλκιδάμας — Όνομα μυθολογικών και ιστορικών προσώπων. 1. Ήρωας του Τρωικού πολέμου, που σκοτώθηκε μαζί με τον αδελφό του Μελανέα από τον Νεοπτόλεμο. Γιος του Αλεξίνομου. 2. Άλλος ήρωας του Τρωικού πολέμου, γιος του Ακταίου. 3. Κυνικός φιλόσοφος. 4. Ρήτορας… … Dictionary of Greek
Βοιώ — Ποιήτρια από τους Δελφούς, σύζυγος του μυθικού βασιλιά της Αθήνας Ακταίου και μητέρα του επικού ποιητή Παλαίφατου. Ήταν ιέρεια στον ναό του Απόλλωνα στους Δελφούς. Από τους ύμνους της προς τον θεό, ελάχιστους στίχους διέσωσε ο Παυσανίας. Πολλοί… … Dictionary of Greek
Μαρμαρίου, δήμος — Νέος δήμος του νομού Ευβοίας, που συστάθηκε με το σχέδιο Καποδίστριας και αποτελείται από τις πρώην κοινότητες Αγίου Δημητρίου, Ακταίου, Γιαννιτσίου, Καλλιανού, Κατσαρωνίου, Μαρμαρίου, Μελισσώνος, Παραδεισίου και Στουππαίων, οι οποίες… … Dictionary of Greek